Ιωάννης Κ. Μπουγάς*
Η Στάση του ΚΚΕ τον Κόκκινο Δεκέμβρη του 1944 ξεκίνησε στις 3 Δεκεμβρίου με επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον των ολίγων σημείων κρατικής παρουσίας στην Αθήνα, με πρώτους στόχους τα Αστυνομικά Τμήματα. Τις επόμενες δύο ημέρες, 4-5 Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ με το 11ο σύνταγμα Αρκαδίας και εφεδρικούς της Αττικής κατέβαλε με δυσκολία τη «Χ» στο Θησείο. Οι 80 περίπου μαχητές της «Χ», με επικεφαλής τον αρχηγό τους αντ/ρχη Γεώργιο Γρίβα, είχαν προβάλει ηρωική αντίσταση.
Για τον ΕΛΑΣ, παρά την κατάλληλη προετοιμασία του, τα πράγματα έγιναν πολύ πιό δύσκολα στη συνέχεια, όταν επετέθη στο στρατόπεδο της Χωροφυλακής Μακρυγιάννη. Ως επιτιθέμενος σε οχυρωμένο αντίπαλο, είχε συγκεντρώσει επαρκείς δυνάμεις εναντίον των 530 αμυνομένων (100 αξιωματικούς και 430 οπλίτες). Ο ΕΛΑΣ είχε στην πρώτη γραμμή τουλάχιστον πενταπλάσιες δυνάμεις από τακτικούς αντάρτες, τους οποίους συμπλήρωναν πολλές εκατοντάδες εφεδρικοί σε βοηθητικούς ρόλους. Επί πλέον, στους λόφους του Φιλοπάππου και του Αρδηττού είχε στήσει βαριά πυροβόλα και όλμους.
Η επίθεση άρχισε το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου, και εστιάσθηκε εναντίον των φυλακίων εκτός του περιβόλου του Συντάγματος Μακρυγιάννη. Εντός της ημέρας, πέντε φυλάκια έπεσαν στα χέρια του ΕΛΑΣ ή εγκαταλείφθηκαν από τους επιζώντες αμυνομένους όταν τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Σέ ένα από τα φυλάκια, όπου οι 22 αμυνόμενοι δέχθηκαν για ώρες την επίθεση εκατοντάδων ανταρτών, μόνο 3 κατόρθωσαν να διαφύγουν όταν τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Τους 19 τους έπιασαν αιχμαλώτους. Οι αντάρτες αφού πρώτα τους ανέκριναν σχετικά με την άμυνα που αντιμετώπιζαν, τους γύμνωσαν και τους παρέδωσαν στον όχλο που τους βασάνισε στους γύρω δρόμους μέχρι αργά τη νύκτα. Τελικά, τους πήγαν σε ένα ρέμα, όπου πρώτα τους ακρωτηρίασαν (!) και μετά τους δολοφόνησαν.
Ο επικεφαλής της επίθεσης, ο Πυριόχος Νέστορας, στην αναφορά του προς την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ στο τέλος της ημέρας, έγραφε για τα αποτελέσματα της ημέρας: «Συγκρότημα Μακρυγιάννη κατελήφθη σχεδόν εξ ολοκλήρου. Τμήμα 500 περίπου με Αξιωματικούς εξακολουθεί αμυνόμενον εντός περιβόλου…”.
Όταν νύκτωσε η 6η Δεκεμβρίου, έφθασε στο Σύνταγμα μια μικρή βοήθεια από 15 Άγγλους στρατιώτες, με 2 αντιαρματικά και σακιά με χειροβομβίδες. (Οι Άγγλοι έφυγαν το επόμενο βράδυ). Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ συνεχίστηκαν στις 7 και 8 Δεκεμβρίου κυρίως με βομβαρδισμούς του κτιρίου του Διοικητηρίου και με απόπειρες ανατίναξης των τείχων του. Το απόγευμα της ιδίας ημέρας οι αμυνόμενοι έκαναν έξοδο, ανακατέλαβαν προσωρινά 2 φυλάκια, σκότωσαν δεκάδες αντάρτες και κατέστρεψαν τα υλικά τους.
Το βράδυ της 8ης Δεκεμβρίου οι αμυνόμενοι έλαβαν τρόφιμα και πυρομαχικά,αλλά οι Βρετανοί ζήτησαν από τον διοικητή, τον συν/ρχη Γεώργιο Σαμμουήλ, να αποστείλει 100 χωροφύλακες από το Σύνταγμα για να ενισχύσουν το μέτωπο στα Παλαιά Ανάκτορα. Ο διοικητής υπάκουσε, και με δεδομένο ότι ήδη υπήρχαν πάνω από 100 νεκροί και τραυματίες, το Σύνταγμα παρέμεινε με λιγότερους από 300 αμυνομένους!!
Στις 9 Δεκεμβρίου, μπήκαν λίγοι Βρετανοί ειδικοί στις ναρκοθετήσεις, και ναρκοθέτησαν ένα ρήγμα που είχε δημιουργηθεί στον νότιο μαντρότοιχο. Εκτός των ναρκών τοποθέτησαν και συρματόπλεγμα στο ίδιο ρήγμα. Οι Βρετανοί έφυγαν μετά το τέλος των εργασιών τους, εκτός ενός που έπεσε νεκρός από τα πυρά των ανταρτών.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο βομβαρδισμός του Συντάγματος ήταν συνεχής από τους λόφους Φιλοππάπου και Αρδητού. Ο ΕΛΑΣ είχε προσθέσει καινούργια ορειβατικά πυροβόλα που έφερε το 6ο Κορινθίας. Πολύ πιθανόν να ήταν τα πυροβόλα του ΤΑ Τριπόλεως τα οποία ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είχε παραδώσει στον ΕΛΑΣ παρά τις διαμαρτυρίες και προειδοποιήσεις του Συν/ρχη Παπαδόγγονα. Οι νεκροί μεταξύ των αμυνομένων ήταν πολλοί, αλλά και οι καταστροφές στο κτίριο τρομερές. Οι αμυνόμενοι σκέφθηκαν την έξοδο, αλλά ο διοικητής, ο Συν/ρχης Σαμουήλ, το απέρριψε.
Σε ανάπαυλες των βομαρδισμών, έκανε σφοδρές επιθέσεις το 6ο σύνταγμα Κορινθίας του Ταγ/ρχη Εμμανουήλ Βαζαίου (κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ εναντίον των Γερμανών(!). Το 6ο σύνταγμα Κορινθίας εκτός του ότι το 1943-44 είχε καλύψει τη σφαγή περισσοτέρων από 1.200 αμάχων από την ΟΠΛΑ στα μεγάλα σφαγεία της Αργολιδοκορινθίας (Φενεό, Στιμάγκα, κλπ.), αντάρτες του είχαν εκτελέσει σφαγές στο Βαλτέτσι, το Αραχναίο (Χέλι) και τον Αχλαδόκαμπο. Ο Ταγ/ρχης Βαζαίος παρεπονείτο αργότερα γιατί τον απέταξαν από τον στρατό (!)).
Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν και την 11η Δεκεμβρίου, ενώ έγιναν και νυχτερινές επιθέσεις στις 10 και στις 11 Δεκεμβρίου, με κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα πέραν των ολίγων ακόμη νεκρών και τραυματισμένων Χωροφυλάκων και πολλών δεκάδων ανταρτών.
Μετά την 11η Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ περιορίστηκε σε πολιορκία – αποκλεισμό του Συντάγματος και περιοδικό βομβαρδισμό του με βαρέα όπλα. Στις 18 Δεκεμβρίου η πολιορκία λύθηκε και οι Χωροφύλακες έκαναν έξοδο και απώθησαν τους ΕΛΑΣίτες ανατολικά της λεωφόρου Συγγρού!
Ο απολογισμός των απωλειών ήταν: 5 αξιωματικοί και 49 χωροφύλακες νεκροί, 8 αξιωματικοί και 25 χωροφύλακες βαριά τραυματίες και περισσότεροι από 100 ελαφρά τραυματίες. Οι απώλειες των κομμουνιστών είναι πραγματικά άγνωστες, αλλά υπολογίσθηκαν σε περίπου 500 νεκρούς και τραυματίες.
Η ήττα του ΕΛΑΣ στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, εξαιρετικό και ασύνηθες γεγονός στη στρατιωτική ιστορία, δεν έχει εκτιμηθεί δεόντως για τη σημασία του στην έκβαση της Δεκεμβριανής Στάσης. Η απασχόληση τόσων δυνάμεων του ΕΛΑΣ σε αυτόν τον χώρο, την περίοδο που οι Βρετανικές δυνάμεις ήταν ακόμη ελάχιστες και χωρίς τον πλήρη οπλισμό τους, στέρησε από το ΚΚΕ την έστω προσωρινή κατοχή της πρωτεύουσας, κάτι που πιθανότατα θα είχαν επιτύχει αν το Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη κατελαμβάνετο στις 6 ή στις 7 Δεκεμβρίου.
Τιμή και Δόξα σε Όλους τους Ηρωϊκούς Αγωνιστές του Συντάγματος Μακρυγιάννη!
Η συμβολή τους στη συντριπτική ήττα του ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά ήταν τεράστια!!
(*) Ο Ιωάννης Κ. Μπουγάς είναι Στατιστικός και Ιστορικός Συγγραφέας